Λεό Φερρέ (Léo Ferré, Monaco, 24 Αυγούστου 1916 – Castellina-in-Chianti Toscane, 14 Ιουλίου 1993). Γάλλος ποιητής του έρωτα και της αναρχίας, μουσικός συνθέτης και τραγουδιστής.
Γεννήθηκε στο Μονακό (Monaco) από Γάλλο πατέρα (τον Ζοζέφ Φερρέ, προσωπάρχη του εκεί καζίνου) και Ιταλίδα μητέρα (την Μαρία Σκότο). Πήρε αυστηρά χριστιανική παιδεία στο σχολείο «Ecole des Freres des Ecoles Chretiennes» και στο κολλέγιο «College Saint-Charles» της Bordighera και από μικρός έδειξε κλίση στην μουσική: επταετής ακόμα συμμετείχε στην χορωδία του καθεδρικού ναού του Μονακό, δύο χρόνια αργότερα, το 1925, άρχισε να συνθέτει μουσικά κομμάτια και την επόμενη χρονιά, το 1926, μελοποίησε ποιήματα του Πωλ Βερλαίν (Paul Verlaine, 1844 - 1896)
Σπούδασε από το 1935 νομικά στο Παρίσι, αλλά και πολιτικές επιστήμες στο «Ecole Libre de Sciences Politiques» μέχρι το 1939, υπηρέτησε την στρατιωτική του θητεία και το 1940, όταν παραδόθηκε το Παρίσι, επέστρεψε στο Μονακό, όπου από την επόμενη χρονιά άρχισε να συνθέτει τα πρώτα δικά του τραγούδια με το ψευδώνυμο «Forlane». Βρήκε εργασία στο τοπικό ραδιόφωνο «Radio Monte - Carlo», έκανε γάμο το 1943 και άρχισε ν’ απομακρύνεται σταθερά αλλά διακριτικά από το συντηρητικό και θρήσκο περιβάλλον των γονέων του.
Μετά από πρόσκληση του τραγουδοποιού και τραγουδιστή Σαρλ Τρενέ (Charles Trénet, 1913 - 2001) που τον γνώρισε σε ένα καμπαρέ του Μονακό, επέστρεψε στο μεταπολεμικό Παρίσι, όπου για αρκετό διάστημα έπαιξε μουσική στο καμπαρέ «Boeuf sur le toit», γράφοντας παράλληλα τραγούδια για μεγάλα ονόματα του τραγουδιού, όπως η Εντίθ Πιάφ (Edith Piaf, 1915 - 1963), η Ζυλιέτ Γκρεκό (Juliette Gréco, 1927 -), κ.ά. Εκεί γνωρίστηκε με σημαντικά ονόματα της γαλλικής διανόησης όπως ο Αραγκόν (Louis Aragon, 1897 - 1982), ο Πρεβέρ (Jacques Prevert, 1900 - 1977), κ.ά.
Το 1947, συγκινημένος από τα όσα είχε ακούσει και διαβάσει για τον προ μιας δεκαετίας Ισπανικό Εμφύλιο, έγραψε το πρώτο του αναρχικό τραγούδι με τίτλο «Mon général», το οποίο πολύ αργότερα, το 1962, θα λογοκριθεί ως «αντιμιλιταριστικό». Την δεκαετία του 1950, η οποία ξεκίνησε με το πρώτο του διαζύγιο και την γνωριμία του με την Madeleine Rabereau που θα γίνει η δεύτερή του σύζυγος, άρχισε πλέον να ηχογραφεί με το όνομά του και παρήγαγε δύο μουσικά άλμπουμς με ποίηση του Αραγκόν και του Μπωντλαίρ.
Την επόμενη δεκαετία συνεργάστηκε με μεγάλα ονόματα του τραγουδιού, όπως ο Ασναβούρ (Charles Aznavour) και η Δαλιδά (Dalida), έγραψε το 1969 το συγκλονιστικό «Η μοναξιά» («La solitude») επηρεασμένος από το αγγλικό συγκρότημα των «Moody Blues», ενώ αρκετά τραγούδια του, όπως τα «La mémoire et la mer», «Poètes, vos papiers», «Comme une fille», «L’ été 68», «Les temps sont difficiles», κ.ά, είχαν αμιγώς πολιτικό χαρακτήρα.
Ο Φερρέ, που το 1967 αφιέρωσε ένα τραγούδι του στους «μπήτνικς» («Salut Beatnik»), μελοποίησε επίσης πολλά ποιήματα είτε «καταραμένων» είτε ιδιαίτερων Γάλλων ποιητών, όπως του λυρικού ποιητή και ληστή Βιγιόν (Francois Villon, περ. 1431 - 1463), του Βερλαίν, του Ρεμπώ (Arthur Rimbaud, 1854 - 1891), του Μπωντλαίρ (Charles Baudelaire, 1821 - 1867), του Αραγκόν και του Απολλιναίρ (Guillaume Apollinaire, 1880 - 1918), ενώ στην δική του ποίηση κατόρθωσε να ενώνει πάντα τον λυρισμό με την γλώσσα του δρόμου και τον έρωτα με τον Αναρχισμό. Η ενασχόλησή του με τον Αναρχισμό δεν ήταν βεβαίως μόνον ποιητική (ανάμεσα στα τραγούδια του φιγουράρει και το «Μήτε Θεός μήτε Αφέντης», «Ni Dieu ni Maitre»), στυλίστικη (είχε μακριά μαλλιά και φορούσε κατά κανόνα μαύρα) ή θεωρητική (αγαπούσε πολύ τα γραπτά του Κροπότκιν), αφού συμμετείχε ενεργά στον παρισινό ραδιοσταθμό «Radio Libertaire» της Γαλλικής Αναρχικής Ομοσπονδίας (F.A.F.) και μάλιστα έδωσε το 1983 μία συναυλία για την οικονομική υποστήριξή του, την οποία παρακολούθησαν 6.500 θεατές.
Ο Φερρέ υπήρξε επίσης μεγάλος φίλος των ζώων, τα οποία θεωρούσε ισότιμα των ανθρώπων. Πάντοτε συντηρούσε κατοικίδια ζώα, ακόμα και έναν χιμπαντζή κατά την δεκαετία του 1960, τον «Πεπέ» («Pépée»), τον οποίο όμως τού σκότωσε από απέχθεια «για την ζωώδη συμπεριφορά του» (…) η τότε σύζυγός του (Madeleine Rabereau) τον Απρίλιο του 1968, πράξη που στάθηκε η αιτία για το μεταξύ τους άμεσο διαζύγιο, το δεύτερο δικό του. Την επόμενη χρονιά, ο Φερρέ έγραψε για τον νεκρό του φίλο «Πεπέ» το ομώνυμο τραγούδι, μια συγκινητική νεκρολογία που έμοιαζε να απευθύνεται σε άνθρωπο.
Από την δεκαετία του 1980 η αναρχική πολιτική του θέση έγινε πιο εμφανής, όταν αρνήθηκε το 1981 και το 1988 να υποστηρίξει με την μουσική του την υποψηφιότητα του σοσιαλιστή προέδρου Μιτεράν (Francois Mitterrand), αρνήθηκε το 1985 να αναλάβει το πόστο του «Commandeur des Arts et Lettres», αρνήθηκε το 1987 να παραλάβει το βραβείο «Victoires de la Musique» που του είχε απονεμηθεί και έγραψε το τραγούδι «Thank you Satan» υπέρ των ένοπλων Ιρλανδών του IRA.
Το 1991 υπήρξε ανάμεσα στους διανοούμενους που κατήγγειλαν τον πρώτο Πόλεμο του Κόλπου και το 1992 προσπάθησε να διεθνοποιήσει την αντιπολεμική θέση του με μία μεγάλη πανευρωπαϊκή περιοδεία, η οποία όμως δεν ολοκληρώθηκε λόγω σοβαρών προβλημάτων με την υγεία του. Ακολούθησε μακρά νοσηλεία του σε νοσοκομείο των Παρισίων και τελικά επέστρεψε στο σπίτι του στην Castellina της Τοσκάνης, όπου είχε περάσει τα τελευταία 25 χρόνια του. Εκεί απεβίωσε την Τετάρτη 14 Ιουλίου 1993, σε ηλικία 76 ετών. Θάφτηκε στο Μονακό.
Πηγή: βιογραφία του Φερρέ από τον Βλάση Ρασσιά στο Knol της Google