Οικονομική ελευθερία θα πρέπει να σημαίνει απελευθέρωση από την οικονομία, απελευθέρωση απ’ την καθημερινή πάλη για την ύπαρξη, απαλλαγή απ’ την ανάγκη να κερδίζουμε τη ζωή μας। Πολιτική ελευθερία θα πρέπει να σημαίνει απελευθέρωση απ’ την πολιτική αυτή πάνω στην οποία τα άτομα δεν μπορούν να ασκήσουν ουσιαστικό έλεγχο। Πνευματική ελευθερία θα πρέπει να σημαίνει αποκατάσταση της ατομικής σκέψης, που είναι σήμερα πνιγμένη από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας και θύμα της διαπαιδαγώγησης। Θα πρέπει ακόμα να σημαίνει ότι θα πάψουν να υπάρχουν κατασκευαστές της «κοινής γνώμης», και η ίδια η κοινή γνώμη ακόμα। Αν οι προτάσεις αυτές έχουν έναν τόνο εξωπραγματικό, αυτό δεν συμβαίνει επειδή είναι ουτοπικές, αλλά επειδή είναι ισχυρές οι δυνάμεις που τις αντιμάχονται।
Το αποτέλεσμα είναι η ευφορία μέσα στη δυστυχία। Να αναπαύεσαι, να διασκεδάζεις, να δρας και να καταναλώνεις, όπως όλοι οι άλλοι, να αγαπάς και να μισείς ό,τι αγαπούν και μισούν οι άλλοι, αυτά στο μεγαλύτερό τους μέρος είναι ανάγκες πλαστές। Το γεγονός ότι οι συνθήκες κάτω από τίς οποίες ζει τό άτομο ανανεώνουν και δυναμώνουν συνεχώς αυτές τις ανάγκες, με αποτέλεσμα το άτομο να τις κάνει πια δικές του, να ταυτίζεται μαζί τους και να αναζητά τον εαυτό του στην ικανοποίησή τους, δεν αλλάζει σε τίποτα το πρόβλημα। Οι ανάγκες παραμένουν αυτό που πάντα ήταν, προϊόντα μιας κοινωνίας που τα κυρίαρχα συμφέροντά της απαιτούν την καταπίεση.
Οι καταπιεστικές ανάγκες είναι οι ισχυρότερες, αυτό είναι γεγονός τετελεσμένο, καθιερωμένο από την ήττα και τήν αμάθεια। Είναι όμως και ένα γεγονός που πρέπει ν’ αλλάξει, και το άτομο που «ευημερεί» έχει το ίδιο συμφέρον ως προς αυτό, όσο και εκείνοι που πληρώνουν την ευημερία του με τη δική τους αθλιότητα...
Herbert Marcuse «O Mονοδιάστατος Άνθρωπος» (1964)