Παρασκευή 26 Μαρτίου 2010

Ζαν - Φρανσουά Βαρλέ


Ζαν - Φρανσουά Βαρλέ (Jean - Francois Varlet, Paris, 14 Ιουλίου 1764 - Corbeil, 4 Οκτωβρίου 1837). Γάλλος επαναστάτης του 18ου αιώνα, ηγέτης της εξτρεμιστικής παράταξης των «Λυσσασμένων» («Les Enragés»), προπαγανδιστής της άμεσης δημοκρατίας και της «δικτατορίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου».

ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ

Γόνος αστικής παρισινής οικογένειας, σπούδασε στο κολλέγιο του Harcourt που τότε αποτελούσε φωλεά των «Διαφωτιστών» και υιοθέτησε τις δημοκρατικές απόψεις. Εργαζόμενος έως τότε ως ταχυδρομικός υπάλληλος, αναμείχθηκε με ζήλο στην Γαλλική Επανάσταση, συνθέτοντας επαναστατικά και πατριωτικά τραγούδια, κάνοντας ομιλίες, κυρίως στο «Palais Royal», και στηρίζοντας με την υπογραφή του πάμπολλες λαϊκές εκκλήσεις προς την Εθνοσυνέλευση, καθώς και την συγκεκριμένη του ηγέτη των «Γιρονδίνων» Μπρισό (Jacques - Pierre Brissot, 1754 - 1793) στις 17 Ιουλίου 1791 που ζητούσε την έκπτωση του Λουδοβίκου και έγινε η αφετηρία για την περιβόητη «σφαγή του Πεδίου του Άρεως» («Fusillade du Champ de Mars») την ίδια ημέρα.

ΣΥΝΙΔΡΥΤΗΣ ΤΩΝ «ΛΥΣΣΑΣΜΕΝΩΝ»

Έγινε μέλος της «Λέσχης των Ιακωβίνων» («Club des Jacobins»), της «Λέσχης των Κορδελιέρων» («Club des Cordeliers») και στέλεχος του «Τμήματος των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου» («Droits de l’ Homme Section»). Στα διάφορα κείμενά του και τις ομιλίες του προπαγάνδιζε συστηματικά την ιδέα της άμεσης Δημοκρατίας, αλλά και της αναδιανομής των περιουσιών, υπογράφοντας ως «πολίτης Βαρλέ, παριζιάνος, απόστολος της Θεάς Ελευθερίας, Ιακωβίνος και Αβράκωτος».

Τον Μάϊο του 1792 χαρακτήρισε ανοικτά σε ομιλίες του στην «Εθνοσυνέλευση» και στην «Λέσχη των Ιακωβίνων» ως «προδότη» και «εγκληματία» τον Λαφαγιέτ (Gilbert du Motier, μαρκήσιο de Lafayette, 1757 - 1834) και έκρουσε τον κίνδυνο του κινδύνου μήπως «μια νέα αριστοκρατία των αξιωμάτων διαδεχθεί την παλαιά αριστοκρατία της καταγωγής». Στις 6 Aυγούστου 1792 διάβασε στην «Εθνοσυνέλευση» ψήφισμα που ανάμεσα σε άλλα (ανάκληση όλων των διπλωματών, άμεση σύλληψη και παραπομπή σε δίκη του Λαφαγιέτ, κ.ά.) ζητούσε και την εκθρόνιση του βασιλιά και λίγες μόλις ημέρες αργότερα, στις 10 Αυγούστου 1792, συμμετείχε ενεργά στην ανατροπή της μοναρχίας του Λουδοβίκου από την «Κομμούνα» του Παρισιού. Στις αρχές του φθινοπώρου πρότεινε επίσης («Projet d'un mandat special et impérat, aux mandataires du peuple à la Convention nationale») την άμεση σύσταση ενός δημοκρατικού συμβουλίου που να απαρτίζεται από εξαίρετου ήθους άνδρες (τους «θεματοφύλακες της κυριαρχίας», «magistrats du souverain») με σκοπό την προστασία της λαϊκής θέλησης μέσα από συνεχή επιτήρηση των εκλεγμένων εκπροσώπων του λαού.

Από τον Φεβρουάριο του 1793 σχετίστηκε με τον άθεο «κόκκινο παπά» («cure rouge») Ζακ Ρου (Jacques Roux, 1752 – 1794), επίσης μέλος των «Κορδελιέρων», και μαζί δημιούργησαν την πρώτη συσπείρωση επαναστατών, από τους οποίους γεννήθηκε μετά από 2 – 3 εβδομάδες η εξτρεμιστική παράταξη των «Λυσσασμένων» («Les Enragés»). Στις 10 Μαρτίου στην «Λέσχη των Κορδελιέρων», ως αντιπρόσωπος της «Αδελφικής Εταιρείας και των δύο Φύλων» («Société Fraternelle de l’ Un et l’ Autre Sexe», την οποία είχε ιδρύσει τον Φεβρουάριο του 1790 ο εκπαιδευτικός Claude Dansard), προσπάθησε μαζί με τον Φουρνιέ (Claude Fournier L’ Héritier, 1745 – 1825) να ξεκινήσουν εξέγερση κατά των κυβερνώντων «Γιρονδίνων», ζητώντας να διωχθούν με την κατηγορία της «προδοσίας» ο στρατηγός Ντυμουριέ (Charles - Francois du Périer Dumouriez, 1739 - 1823) και 6 ηγέτες των «Γιρονδίνων» (Roland, Brissot, Gensonne, Petion, Barbaroux και Louvet). Η προσπάθειά τους όμως απέτυχε, επειδή προσέκρουσε στην απροθυμία των επικεφαλής της «Κομμούνας» Σωμέτ (Pierre Gaspard Chaumette, 1763 - 1794) και Εμπέρ (Jacques - René Hébert, 1757 – 1794) να προσχωρήσουν στην σχεδιαζόμενη εξέγερση.

Απτόητος πάντως ο Βερλέ δήλωσε μετά από δύο εβδομάδες στην «Λέσχη των Ιακωβίνων» ότι η εξέγερση κατά των «Γιρονδίνων» έπρεπε να υλοποιηθεί («η μετριοπάθεια είναι στις ημέρες μας κάτι πέρα για πέρα απαράδεκτο… η εξέγερση αντίθετα είναι το πιο ιερό από όλα τα καθήκοντα του πολίτη») και στις 27 Μαρτίου κάλεσε σε σύσταση μιας 9μελούς «Κεντρικής Επαναστατικής Επιτροπής» («Comité Central Révolutionaire») με στόχο την σωτηρία της Δημοκρατίας. Έχοντας εκλεγεί επικεφαλής της συγκεκριμένης επιτροπής ο Βαρλέ, στις 13 Μαϊου επανέφερε από το βήμα της «Λέσχης των Ιακωβίνων» την πρότασή του για άμεση σύσταση ενός οργάνου αδιάφθορων πατριωτών με σκοπό να προστατεύει τον λαό από παρεκτροπές των εκλεγμένων αντιπροσώπων του και παράλληλα κατήγγειλε συλλήβδην την αντιπροσωπευτική δημοκρατία («ο λαός μπορεί να εκπροσωπείται αλλά ποτέ να αντιπροσωπεύεται»), όμως αντί να συζητηθούν οι απόψεις του κάποιοι συντηρητικοί μεθόδευσαν την μετά από 5 ημέρες (στις 18 Μαϊου) διαγραφή του από την «Λέσχη» με την αιτιολογία ότι επέδειξε «υπερβάλλοντα πολιτικό ζήλο».

Εξαιτίας των ανατρεπτικών δραστηριοτήτων του και όντας εύκολος στόχος μετά την αποπομπή του από τους «Ιακωβίνους», ο Βαρλέ συνελήφθη στις 24 Μαϊου 1793 μαζί με τον αξιωματούχο της «Κομμούνας» Εμπέρ και άλλους ακραίους «Αβράκωτους», αλλά, έπειτα από απαίτηση της «Κομμούνας» και των «Ιακωβίνων», απελευθερώθηκαν πανηγυρικά όλοι μετά από 3 ημέρες και στεφανώθηκαν από τους ομοϊδεάτες τους με στεφάνι βελανιδιάς. Όλοι τους συμμετείχαν ενεργά στην μετά από λίγες μόνον ημέρες μεγάλη εξέγερση (31 Μαϊου – 2 Ιουνίου 1793) που ανέτρεψε τους «Γιρονδίνους», και της οποίας το σύνθημα έναρξης έδωσε ο ίδιος ο Βαρλέ ως επικεφαλής της «Κεντρικής Επαναστατικής Επιτροπής».

ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ

Έναν μήνα αργότερα, προσυπέγραψε το περίφημο αντι-ιδιοκτησιακό «Μανιφέστο των Λυσσασμένων» του Ρου, μοιραζόμενος μαζί του εφεξής την οργή των πρώην ομοϊδεατών του «Ιακωβίνων»: «Η ελευθερία είναι ένα μάταιο και κούφιο φάντασμα, όταν ο πλούσιος μέσω των μονοπωλίων μπορεί να ασκεί ελεύθερα το δικαίωμα ζωής ή θανάτου επί των ομοίων του… Ελευθερία του εμπορίου είναι να κάνεις χρήση του εμπορίου και να επωφελείσαι απ’ αυτό. Και όχι το δικαίωμα να ασκείς τυραννία επί των πολιτών».

Στις 17 Σεπτεμβρίου έβγαλε στην «Συμβατική» έναν ακόμη λόγο που ενόχλησε τους «Ορεινούς» («Montagnards») και την επόμενη ημέρα συνελήφθη με την κατηγορία ότι ήταν συνεργός του ήδη φυλακισμένου (για «συνομωσία για ανατροπή της συνταγματικής τάξης») Ρου και κλείστηκε στην φυλακή «Madelonnettes». Μέσα όμως και από την φυλακή ο Βαρλέ, που ήδη χρησιμοποιούσε ως σύνθημά του το «ζήτω η δικτατορία των δικαιωμάτων του ανθρώπου», πέρασε στην αντεπίθεση με ένα άκρως συναισθηματικό κείμενο, που του εξασφάλισε πολλούς υποστηρικτές: «εκείνος που στις 21 Ιουνίου 1791 και στις 10 Αυγούστου και στις 31 Μαϊου συνωμότησε με τον λαό ενάντια στην βασιλική και νομοθετική τυραννία, είναι άραγε ένας πράκτορας των Άγγλων ή των αριστοκρατών, εξασκημένος να προκαλεί για λογαριασμό τους ανταρσίες;… Απαντήστε μου Κολλό ντ’ Ερμπουά, Ροβεσπιέρε… Ιακωβίνοι, Κορδελιέροι, Αβράκωτοι… Είμαι ένας πατριώτης και παρ’ όλα αυτά είμαι στα σίδερα… Ο Βαρλέ, που με έδιωξαν από τους Ιακωβίνους και από τους Κορδελιέρους. Ο Βαρλέ, ο υποτιθέμενος ραδιούργος, ο υποτιθέμενος εξαγορασμένος, ο Βαρλέ τούτο και κείνο. Ο πίδακας της συκοφαντίας ξεχύθηκε, τρέχει και δεν σταματά. Ω, αξιότιμοι διανεμητές του αναθέματος ή της δημόσιας εύνοιας, αχρείοι ηθοποιοί των σκοταδιών, ποια είναι τα ονόματά σας; Βγήτε μπροστά και αποκαλυφθείτε. Πείτε μας τι εσείς έχετε πράξει κατά την Επανάσταση, ποία είναι τα αγωνιστικά εύσημά σας;… Και ας μου πει κάποιος γιατί δεν μου απαγγέλλονται δημόσια οι κατηγορίες, μπροστά στο Επαναστατικό Δικαστήριο;».

Στις 5 Οκτωβρίου η γενική συνέλευση του Τμήματός του («Τμήμα των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου») ψήφισε ότι οι εναντίον του κατηγορίες δεν ευσταθούσαν και προέτρεψε την «Επιτροπή Γενικής Ασφαλείας» να τον αποφυλακίσει, ενώ μέχρι το τέλος του μήνα το ίδιο είχαν ζητήσει και άλλα Τμήματα, καθώς και πολλοί μεμονωμένοι «Ιακωβίνοι», ακόμα και ο ίδιος ο Εμπέρ που μόλις προ ολίγων εβδομάδων είχε μεθοδεύσει την διαγραφή του και από τους «Κορδελιέρους». Τελικά ο Βαρλέ αφέθηκε ελεύθερος στις 14 Νοεμβρίου 1794 (24η Μπρυμαίρ του έτους 2).

Η περιπέτειά του αυτή τον σταμάτησε όμως από το να ασκεί έντονη κριτική προς την Επαναστατική Κυβέρνηση των «ροβεσπιεριστών» και την παντοδύναμη τότε «Επιτροπή Κοινώς Σωτηρίας» («Comite de Salut Public»), ιδίως κατά τις πολύ δύσκολες ημέρες περί τα τέλη του επόμενου χειμώνα, όταν κορυφωνόταν η εφαρμογή του λεγόμενου «Τρόμου». Ενώ ήδη από τον Νοέμβριο του 1793 είχαν διαλυθεί ο «Λυσσασμένοι», ο Ρου είχε αυτοκτονήσει μέσα στην φυλακή και η λαιμητόμος είχε κόψει την άνοιξη του 1794 τα κεφάλια εκείνων που απάρτιζαν τις φράξιες των «Εμπεριστών» και των «Νταντωνιστών», ο Βαρλέ παρέμενε ενεργός στα πολιτικά πράγματα, ως αντιγραμματέας του Τμήματός του: μετά από την απόπειρα κατά της ζωής του μέλους της «Επιτροπής Κοινώς Σωτηρίας» Κολλό ντ’ Ερμπουά (Jean - Marie Collot d’ Herbois, 1749 – 1796) στα τέλη του Μαϊου 1794, το ψήφισμα αλληλεγγύης προς την κυβέρνηση που εξέδωσε το «Τμήμα των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», συντάχθηκε από τον Βαρλέ και έφερε την υπογραφή του.

ΤΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ «Η ΕΚΡΗΞΗ»

Ο Βαρλέ συνελήφθη ξανά στις 5 Σεπτεμβρίου 1794, αυτή την φορά από τους πραξικοπηματίες «θερμιδοριανούς», πέντε περίπου εβδομάδες μετά την πτώση του Ροβεσπιέρου, κατηγορούμενος ως οπαδός του «Τρόμου» και έμεινε στην φυλακή «Pléssis» και εν συνεχεία στην «La Force» και την «Bicetre», για έναν σχεδόν χρόνο. Ήδη από τον Οκτώβριο του 1794 κυκλοφορούσε παράνομα από χέρι σε χέρι η μπροσούρα του «Έκρηξη» («Gare l’ explosion») με ημερομηνία 15 Βεντεμιαίρ του έτους 3 (6 Οκτωβρίου 1794), η οποία κατά τον Γούντκοκ (George Woodcock, 1912 - 1995) απετέλεσε «το πρώτο αναρχικό μανιφέστο της ηπειρωτικής Ευρώπης» (2004, σελ. 52). Στο εξώφυλλο της μπροσούρας υπήρχε ένα καιγόμενο κτίριο, πλαισιωμένο από το σύνθημα «Καλύτερα να καταστραφεί μια επαναστατική κυβέρνηση παρά ένα επαναστατικό ιδανικό» και στις σελίδες της ο Βαρλέ, που υπέγραφε ως «ελεύθερος» («Varlet, libre»), κατήγγειλε την τυραννία των «θερμιδοριανών» («η δεσποτεία έχει τώρα περάσει από τα παλάτια των βασιλιάδων στις αίθουσες των επιτροπών. Εκείνο που έκανε μισητούς τους μονάρχες δεν ήταν ούτε η πορφύρα τους, ούτε το σκήπτρο τους, ούτε το στέμμα τους, αλλά η αλαζονεία και η τυραννία τους. Στην χώρα μου έχει απλώς γίνει μία αλλαγή στα ενδύματα, τίποτε άλλο») και έκανε έκκληση στον λαό να ξεσηκωθεί και να καταστρέψει τους νέους δυνάστες του: «ξεσηκωθείτε! δείξτε ενέργεια, τολμήστε τα όλα, καταστρέψτε την τυραννία».

Παρά τις πολλές εκκλήσεις του ιδίου προς τους «θερμιδοριανούς» να τον παραπέμψουν σε δίκη (σε επιστολή του της 16ης Ιουλίου 1795 προς την «Επιτροπή Γενικής Ασφαλείας», περιέγραφε τον εαυτό του ως έναν άνθρωπο «με θερμό κεφάλι αλλά καλή καρδιά»), παρέμεινε στις φυλακές μέχρι τα τέλη του Οκτωβρίου 1795, οπότε, μετά την αποτυχημένη στάση των μοναρχικών στις 12 – 14 Βεντεμιαίρ του έτους 4 (4 – 6 Οκτωβρίου 1795), απολύθηκαν από τις φυλακές όλοι οι κρατούμενοι δημοκράτες επαναστάτες.

ΥΣΤΕΡΟΣ «ΙΑΚΩΒΙΝΟΣ»

Μετά την αποφυλάκισή του συμμετείχε αρχικά στην φιλο-ιακωβινική οργάνωση «Λέσχη του Πανθέου» («Societe du Pantheon») του Ιταλού επαναστάτη και «ροβεσπιεριστή» Φίλιππου Μπουοναρόττι (Filippo Giuseppe Maria Ludovico Buonarrotti ή Buonarroti, 1761 - 1837) και προσυπέγραψε μάλιστα την αίτησή της προς τις αρχές να ιδρύσει λατρεία του «Φυσικού Νόμου» ως «θρησκευτική» διάσταση του πολιτικού αιτήματος για Ισότητα. Η «Λέσχη» διαλύθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 1796 από τον νεαρό τότε στρατηγό Ναπολέοντα Βοναπάρτη κατ’ εντολή του «Διευθυντηρίου», αλλά λίγο μετά ο Βαρλέ προσχώρησε στην νεοϊδρυθείσα από αδιάλλακτους αριστερούς «Ιακωβίνους» «Ένωση των Δικαίων» ή «Εταιρεία των Ίσων» («Societe des Egaux»), η οποία απετέλεσε ιστορικά την πρώτη μεγάλη σοσιαλιστική επαναστατική οργάνωση της Γαλλίας.

Όταν μετά από λίγο οι ηγέτες της οργάνωσης προσπάθησαν να οργανώσουν ένοπλη εξέγερση, αλλά τελικά συνελήφθησαν μετά από κατάδοση στις 10 Μαϊου 1796 (21 Φλορεάλ του έτους 4, παραμονή της προγραμματισμένης εξέγερσης), ο Βαρλέ είχε την τύχη να μην περιλαμβάνεται το όνομά του στα κατασχεθέντα από την αστυνομία χαρτιά και έτσι γλίτωσε την σύλληψη – οι σύντροφοί του καταδικάστηκαν είτε σε θάνατο, είτε σε πολυετείς εξορίες.

Το 1798 νυμφεύθηκε την Marie Mabire, θυγατέρα ενός εισοδηματία από το Bray-sur-Seine με την οποία απέκτησε τρία τέκνα, καθώς επίσης και, ως προίκα, μια αξιόλογη βιβλιοθήκη. Όταν την επόμενη χρονιά, τον Ιούλιο του 1799, έγινε προσπάθεια ανασύστασης της «Λέσχης των Ιακωβίνων» με την ίδρυση της βραχύβιας «Επανένωσης των φίλων της ισότητας και της ελευθερίας» («Reunion d'amis de l'egalite et de la liberte») ή «Λέσχης της Manege» («Club du Manege»), ο Βαρλέ συμμετείχε στην προσπάθεια και έχει μάλιστα διασωθεί στο «Moniteur» της 5ης Αυγούστου 1799 (18η Θερμιδόρ του έτους 7) μία ομιλία του ενάντια στα τυχερά παιχνίδια που διέφθειραν τον λαό.

ΒΟΝΑΠΑΡΤΙΣΤΗΣ

Μετά το 1800 πάντως εγκατέλειψε σιγά - σιγά την πολιτική δράση, αλλά και μεταστράφηκε στην συνέχεια (γύρω στο 1814) σε ένθερμος οπαδός του Βοναπάρτη. Όταν μάλιστα ο Ναπολέων επέστρεψε στα τέλη του Φεβρουαρίου του 1815 από την Έλβα (Elba) και προχώρησε επικεφαλής των οπαδών του για να καταλάβει το Παρίσι, έγραψε γι’ αυτόν από την Νάντη την αλληγορία «Le Phénix, le hibou et les oiseaux de proie», που όμως δεν είδε το φως της δημοσιότητας μέχρι το 1831.

Λόγω φτώχειας (όπως γνωρίζουμε από μία αναφορά της αστυνομίας το 1813) είχε φύγει από το Παρίσι και ζούσε αρκετά χρόνια στην πόλη Μω (Meaux) και μετά στην Νάντη, όπου και έζησε την «Ιουλιανή Επανάσταση» του 1830, η οποία ανέτρεψε τον τελευταίο Βουρβώνο μονάρχη Κάρολο τον 10ο (1757 - 1837) και παρακίνησε επίσης τον Βαρλέ να ασχοληθεί ξανά με την πολιτική, θέτοντας υποψηφιότητα στο τοπικό «College Electoral de Nantes» και συγγράφοντας μερικές ακόμη μπροσούρες. Μία από αυτές («Le Pater Noster d’ un libre penseur dédié aux Manes de Voltaire»), που μάλιστα εκδόθηκε στο Παρίσι και ήταν αφιερωμένη στην μνήμη του Βολταίρου, αποτελούσε ντεϊστική προσευχή προς τον «Θεό της Φύσης», τον οποίο ο Βαρλέ καλούσε να απελευθερώσει την ανθρωπότητα.

Το 1834 τον βρίσκουμε επικεφαλής του παραρτήματος Νάντης της ιακωβινικής «Εταιρείας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη» («Société des Droits de l’ Homme et du Citoyen»), την οποία είχαν ιδρύσει οι Αλμπέρ Λαπονεραί (Albert Laponneraye ή Lapponneraye, Albert Dulin de Laponneraye, 1808 – 1849) και Ναπολέων Λεμπόν (Napoléon Lebon) και τελικά την διέλυσε την άνοιξη της ίδιας χρονιάς η αστυνομία του «βασιλιά - πολίτη» Λουδοβίκου Φιλίππου (1830 - 1848) μετά από διαδηλώσεις της στο Παρίσι και την Λυών που κτυπήθηκαν με τρομερή βία και άφησαν εκατοντάδες νεκρούς, ιδίως στις παρισινές οδούς Beaubourg και Transnonain.

Ζώντας υπό στενή αστυνομική παρακολούθηση, μετακόμισε δύο χρόνια μετά (τον Ιούνιο του 1836) στο Κορμπέϊγ (Corbeil, σημερινό Corbeil – Essonnes), 30 χιλιόμετρα από το Παρίσι, όπου τελικά πέθανε σε ηλικία 73 ετών από πνιγμό στα νερά του Σηκουάνα στις 4 Οκτωβρίου 1837 μετά από ατύχημα κατά τους πανηγυρισμούς των δημοκρατών της περιοχής για τον θάνατο στην Τσεχία του έκπτωτου μονάρχη Καρόλου από χολέρα.


Bλάσης Ρασσιάς, 2010


ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ:

«Projet d’ une caisse patriotique et parisienne», 1789 «Voeux formés par des Français libres», 1791 «Projet d’ un mandat special et impérat, aux mandataires du peuple à la Convention nationale», 1792 «Déclaration solennelle des droits de l’ homme dans l’ état social», 1793 «Plan d’ une nouvelle organization de la société mère des amis de la constitution suivi de la religion du philosophe dédie aux indigens», 1793 «L’ Apοtre de la liberté prisonnier, à ses concitoyens libres», 1793 «Gare l’ explosion», 1794 «Le panthéon francais», 1795 «Magnanimité de l’ Empereur des Francais envers ses ennemis, à l’ occasion de la nouvelle déclaration des Puissances», 1814 «Le Phénix, le hibou et les oiseaux de proie», 1815, πρώτη έκδοση το 1831 «L’ Etoile polaire de la marine Francaise», 1830 «Le Pater Noster d’ un libre penseur dédié aux Manes de Voltaire», 1830 «Déclaration des Droits de l’ homme maritime», 1831 «Circulaire adressée aux habitants de Nantes», 1831


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

Albert Mathiez, «La Vie chère et le mouvement sodal sous la Tèrreur», Paris, 1927 R. B. Rose, «The Enragés: Socialists of the French Revolution ?», London, 1965 Morris Slavin, «Jean Varlet as defender of Direct Democracy» στο «Athene. Webtijdschrift voor directe democratie» ( http://www.athene.antenna.nl ) Albert Soboul, «Dictionnaire de la Révolution Francaise», Paris, 1989 George Woodcock, «Anarchism: a history of libertarian ideas and movements», New York, 1962 και 2004 «Annales Historiques de la Revolution Francaise» (τ. 284, 1991) και διάφορα περιοδικά από το «Aρχείο Κοινωνικής Ιστορίας»

Πηγή: http://knol.google.com

Δευτέρα 8 Μαρτίου 2010

Η ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΑΡΧΙΚΟ ΤΖΟΥΖΕΠΕ ΠΙΝΕΛΛΙ



Η μπαλάντα για τον αναρχικό εργάτη Τζουζέπε Πινέλλι (Giuseppe "Pino" Pinelli, 1928 – 1969) που δολοφονήθηκε με εκπαραθύρωση από την αστυνομία του Μιλάνου, αποτελώντας στην ουσία το δέκατο έβδομο θύμα της φασιστικής βόμβας στην πλατεία Φοντάνα στις 12 Δεκεμβρίου 1969.

Τρίτη 2 Μαρτίου 2010

ΜΕΣΟΝ ΜΑΣ Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ Η ΔΥΝΑΜΙΣ!


«Επειδή αισθανόμεθα τον προορισμόν της ανθρωπότητος, επειδή θέλομεν μίαν ανθρωπότητα μεγάλην, αναπνέουσαν ελευθέρως, απηλλαγμένην θρησκευτικών και κοινωνικών προλήψεων, ζώσαν εν ομονοία, εν αγάπη, εργαζομένην, προοδεύουσαν, ευτυχή, ανεξάρτητον.

Είμεθα η στρατιά της αναρχίας εναντίον της στρατιάς της τυραννίας, της εργασίας εναντίον του χρήματος, της αληθείας εναντίον του ψεύδους.

Αρεταί μας είναι: η αγάπη και η δικαιοσύνη, σκοπός μας η ευτυχία, μέσον μας η αλήθεια και η δύναμις!

Πρωταγωνισταί μας: υπήρξαν και είναι τα μεγαλύτερα πνεύματα των αιώνων: ο Δημόκριτος, ο Επίκουρος, ο Πρωταγόρας, ο Επίχαρμος, ο Διογένης, ο Λουκρήτιος, ο Αβερόης, ο Ραμπελαί, ο Μονταίην, ο Μποετί, ο Διδερό, ο Βολταίρος, ο Ελβέτιος, ο βαρώνος Χόλμπαχ, ο Σενιέ, ο Δαντόν, ο Ανάχαρσις Κλόοτζ, ο Εμπέρ, ο Σωμέτ, ο Μαρά, ο Βύρων, ο Σίλλερ, ο Γκαίτε, ο Χάϊνε, ο Προυντών, ο Μπακούνιν, ο Κροπότκιν, ο Χέκελ, ο Μαξ Νορντάου, ο Ρεκλύ, ο Γκραβ, ο Τολστόϊ, ο Ίψεν.

Μάρτυρές μας είναι ουχί οι μυθικοί άγιοι, φυγάδες της εργασίας, ερημίται μισάνθρωποι, μισογύναι, εχθροί και αυτής έτι της καθαριότητος, αλλά οι μάρτυρες της Ελευθερίας και την Αληθείας: η Υπατία, ο Τζιορντάνο Μπρούνο, ο Βανίνι, ο Ντολέ, ο Λα Μπαρ, ο Φερρέρ.

Ήρωές μας, είναι όλοι οι τυραννοκτόνοι και οι ελευθερομανείς: ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτων, ο Βρούτος και η Επίχαρις, η Σοφία Περόφσκα και ο Ανιολίλο».

Πηγή: Γιώργος Τελεμίτης, μπροσούρα «Κάτω τα είδωλα», Αλεξάνδρεια, 1909