Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2011

ΓΙΑ ΤΗΝ ΛΕΓΟΜΕΝΗ "ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΚΡΙΣΗ"



Ένα διεισδυτικό κείμενο του Βλάση Ρασσιά για τον μετα-καπιταλιστικό μεσαίωνα που έχει αρχίσει να επικρατεί। Αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα ΑΘΡΗΣΚΟΣ και το ιστολόγιο ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΣΤΡΟΥΘΟΚΑΜΗΛΟΣ


ΕΠΕΙΔΗ ΣΚΕΤΟΣ Ο ΟΡΟΣ «ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΚΡΙΣΗ» ΔΕΝ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΤΙΠΟΤΕ

Αντίθετα από όσα θέλει να επιβάλει ο θρησκευτικός μονοθεϊσμός και όλες οι πολιτισμικές και πολιτικές του εκπορεύσεις, η Ιστορία δεν έχει ούτε «λογική», ούτε «κατεύθυνση». Θα μπορούσαμε να την εικονοποιήσουμε ως μία σφαίρα που κυλάει εδώ κι εκεί, σπρωγμένη μόνο από δυνάμεις και τάσεις που ακατάπαυστα συντίθενται, αναπτύσσονται και αποσυντίθενται στο εσωτερικό της και πουθενά αλλού. Κάθε γραμμική σχεδίαση της Ιστορίας είναι συνεπώς είτε αφελής είτε απατεωνίστικη, σε κάθε περίπτωση πάντως άκυρη και παραπλανητική.

Τα κυριάρχα στερεότυπα των καιρών μας κάνουν την «εξελιγμένη» τουλάχιστον ανθρωπότητα να μην παίρνει υπ’ όψη της την παραπάνω αλήθεια και να αναλίσκεται σε γραμμικές («προοδευτικές» ή «προνοιακές») παρερμηνείες της Ιστορίας, με την σκέψη της να κάνει ουσιαστικά βήμα σημειωτόν ή να κυνηγάει την ουρά της. Τα ίδια κυρίαρχα στερεότυπα έχουν αναγάγει το μέσον σε ανώτερο της ουσίας, δηλαδή την οικονομία σε ανώτερη του ίδιου του ανθρώπου, αλλά και της Φύσης της οποίας αυτός αποτελεί ένα μικρό οργανικό τμήμα.

Η γραμμικότητα απαιτεί εστίαση του ενδιαφέροντος αποκλειστικά σε αυτό που είναι «μπροστά», είτε ως εφήμερο παρόν είτε ως άμεσο ή πιο μακρινό μέλλον και ταυτόχρονα περιφρόνηση προς όσα έχουν υποτίθεται «περάσει» και αποτελούν «παρελθόν». Ο Χριστιανισμός νόμισε ότι ξέμπλεκε διαπαντός με όλη την πριν από αυτόν ανθρωπότητα με το να χαρακτηρίσει το οικειοποιήσιμο πολιτισμικό της οικοδόμημα ως «ευαγγελική προπαρασκευή» και το μη οικειοποιήσιμο ως «ειδωλολατρία». Ίδια και απαράλλακτα, ο Μαρξισμός νόμισε ότι ξέμπλεκε διαπαντός με όλη την πριν από αυτόν ανθρωπότητα με το να χαρακτηρίσει την οικειοποιήσιμη πολιτική της κατάκτηση ως «ουτοπικό ή αστικό σοσιαλισμό» και τη μη οικειοποιήσιμη ως οικονομικά συστήματα που αποτελούν ή σύντομα θ’ αποτελέσουν «παρελθόν» («δουλοκτητική κοινωνία», φεουδαρχία, καπιταλισμός). Την αποτίμηση αυτή υιοθετεί βεβαίως και ο υποτίθεται αντίπαλος Καπιταλισμός, αφαιρώντας απλώς τον «τέλειο» εαυτό του από την μαρξιστική τριάδα των υποτίθεται «ξεπερασμένων» οικονομικών συστημάτων.

Καταδικασμένοι ωστόσο να διαψεύδονται, οι οπαδοί της γραμμικότητας βλέπουν την Ιστορία να κάμπτει την υποτιθέμενη γραμμή σε καμπύλη και να «πισωγυρίζει» την ώρα που αυτοί μαρμαρωμένοι κοιτάζουν ευθεία σε ένα φανταστικό στάδιο που έως τώρα θεωρούσαν όχι απλώς «επόμενο» αλλά και «σίγουρο». Η Ιστορία στρέφει τα νώτα της προς τις φαντασιώσεις όχι μόνο της «συντέλειας», αλλά και της «αταξικής» ή της «high tech καπιταλιστικής» κοινωνίας.

Στις ημέρες μας συντελείται η μετάβαση από τον Καπιταλισμό στο διάδοχο σύστημα, την δεύτερη Φεουδαρχία, της οποίας οι διαφορές με την πρώτη είναι ότι η βάση του πλούτου δεν είναι η ακίνητη ιδιοκτησία και ότι ο φεουδάρχης δεν είναι ορατός. Στην παλαιά, πρώτη Φεουδαρχία, οι συνθήκες της απόλυτης ανασφάλειας που είχε γεννήσει η κατάρρευση του ρωμαϊκού κράτους (έναν μόλις αιώνα μετά την πλέον εύνομη φάση του, εκείνη της εποχής των Αντωνίνων) και εν συνεχεία ο πολιτισμικός πρωτογονισμός που έφερε ο Χριστιανισμός, οδήγησαν για περισσότερο από μία χιλιετία τους «αδύναμους και φτωχούς» να αναζητούν την προστασία των κατεχόντων γαίες «αρχόντων» και της Εκκλησίας, που μοίραζαν φέουδα σε εκλεκτούς τους, που εν συνεχεία «διαχειρίζονταν» ασύδοτα χωρικούς, δουλοπάροικους και κανονικούς σκλάβους.

Σε αυτή βεβαίως την δεύτερη, σύγχρονη Φεουδαρχία, βάση του πλούτου δεν είναι οι γαίες ή τα κτίρια, ούτε καν το κεφάλαιο του προγενέστερου Καπιταλισμού, τα οποία στο σύνολό τους όταν μείνουν «ακίνητα» θα καθίστανται εφεξής επαχθή. Σε αυτή την δεύτερη Φεουδαρχία βάση του πλούτου είναι η κερδοφορία από την ταχεία κίνηση του κεφαλαίου ώστε αυτό να αποϋλοποιείται, να γίνεται «ροή», να γίνεται αόρατο. Εδώ οι κύριοι του πλούτου, οι καινούργιοι «δεσπότες», είναι κατά πλειοψηφία ανώνυμοι ή τουλάχιστον άγνωστοι για τον πολύ κόσμο και κρύβονται πίσω από τον αόριστο όρο «αγορές», που αποτελούν τους νέους άϋλους πύργους των σύγχρονων φεουδαρχών. Επίσης, η επικράτεια των φέουδων εδώ δεν είναι εντοπισμένη, αλλά διαχέεται παντού, ακόμα και στα πιο απομακρυσμένα έως τώρα καταφύγια. Το ρευστό φέουδο των δεσποτών των «αγορών» είναι ενσωματωμένο σε και κουβαλιέται από ΚΑΘΕ άνθρωπο, πράγμα, κατάσταση, σύμβαση, κ.ο.κ. που μπορούν να επηρεάζουν άμεσα οι θελήσεις και στοχοθεσίες τους.

Εάν θα επιχειρούσαμε να ορίσουμε αυτούς τους νέους άϋλους πύργους των σύγχρονων φεουδαρχών, τις λεγόμενες «αγορές», θα καταλήγαμε στο ότι αυτές δεν είναι παρά ένας μηχανισμός που υπό το πρόσχημα της εκτίμησης και τιμολόγησης των «επενδυτικών» κινδύνων, πολλαπλασιάζει το δεδομένο τακτικό, πλαστικό, ηλεκτρονικό κ.ο.κ. χρήμα, αλλά και ταυτόχρονα επιτίθεται στο εθνικό κράτος που γεννήθηκε ταυτόχρονα σχεδόν με τον Καπιταλισμό και έζησε παράλληλα με αυτόν έως την αυγή του 21ου αιώνα. Η κύρια επίθεση γίνεται με την επιβολή του αυθαίρετου δόγματος ότι τάχα η επιβίωση των κρατών εξαρτάται όχι από την στρατιωτικο-πολιτική τους ισχύ, αλλά από το κατά πόσο είναι σε θέση ν’ αναχρηματοδοτήσουν τα χρέη τους, λες και πρόκειται για εταιρείες, παρά το γεγονός ότι τα κράτη υπόκεινται σε υποχρεωτική συνέχεια ακόμη και σε περίπτωση πτωχεύσεώς τους.

Όμως, το παράλληλο αλλ’ όχι ταυτόσημο με τον Καπιταλισμό εθνικό κράτος είναι εκείνο που εδώ και 2 αιώνες βρίσκεται στην άλλη πλευρά του κοινωνικού «καπιταλιστικού» συμβολαίου και εγγυάται τα κατακτημένα μετά από σκληρούς αγώνες δικαιώματα του λαού, κυρίως εκείνα που αποτελούν μελλοντική διαρκή απαίτηση, όπως λ.χ. σύνταξη γήρατος, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, κ.ά. Εξαφανισθέντος αυτού, κανείς απολύτως δεν υπάρχει στην άλλη πλευρά του συμβολαίου, το οποίο συνεπώς καθίσταται άκυρο ή ανύπαρκτο. Οι άφατοι και ανώνυμοι φεουδάρχες των «αγορών» δεν υποχρεούνται, ούτε έχουν άλλωστε την καλή προαίρεση να «χάνουν» χρήμα για διατήρηση δικαιωμάτων που ίσχυαν στο «παρελθόν» καθεστώς του Καπιταλισμού, όπως συντάξεις γήρατος, ιατροφαρμακευτικές περίθαλψεις, κ.ά. για τεράστια πλήθη που δεν έχουν τίποτε να κάνουν με τον νέο μηχανισμό κερδοφορίας που ούτε καν βασίζεται στην καπιταλιστική παραγωγή (ή στην συνακόλουθη κατανάλωση των παραγομένων). Σε όλο τον «προηγμένο» κόσμο, η τεράστια αστική τάξη (σε όλη την διαστρωμάτωσή της) θα εξουδετερωθεί με μία εσπευσμένη φτωχοποίησή της, με το να υποχρεωθεί δηλαδή να φυτοζωεί εφεξής στο (ανά χώρα) όριο της φτώχειας ή ακόμα και λίγο ή αρκετά κάτω από αυτό.

Το ίδιο το εθνικό κράτος θα υποχρεωθεί σε εξαφάνιση, αφού αυτό που μεθοδεύεται σε παγκόσμιο επίπεδο από τους «δεσπότες» των «αγορών» είναι η πτώχευση ΟΛΩΝ των κρατών, που κατά την ρητορική που ήδη ακούσαμε μέσα στο 2011 κατά της Ελλάδος, θα είναι υποχρεωμένα ν’ αποχαιρετίσουν το ένα μετά το άλλο την εθνική τους κυριαρχία. Ο τελετουργικός θάνατος της τελευταίας συνέβη άλλωστε στην Λιβύη με το πρόσχημα της επιβολής της υποχρεωτικής «democracy and freedom» αν και κανείς δεν φάνηκε να καταλαβαίνει τι ακριβώς διαδραματίστηκε εκεί. Υπάρχει άλλωστε και ένα άλλο ακανθώδες ερώτημα: η «δυτική» πολυεπίπεδη υποστήριξη ισλαμιστών, και άρα a priori αντιδημοκρατών, ως δήθεν «αγωνιστών» της δημοκρατίας και της ελευθερίας, οφείλεται σε ογκώδη αφέλεια ή μαρτυράει μία ανάγκη των νέων φεουδαρχών να επαναφέρουν και να θέσουν εκ δεξιών τους και τις (πάσης ετικέττας) θεοκρατίες, που κατά το παρελθόν συνδεσπότευσαν με τους παλαιούς φεουδάρχες;

Παραλαμβάνοντας την σκυτάλη του οικονομισμού από τον νικημένο Καπιταλισμό και τον ακόμα πιο νικημένο Μαρξισμό, η νέα φεουδαρχία των «αγορών», εκτοπίζει σε ακόμα μεγαλύτερα βάθη τον Άνθρωπο, υποχρεώνοντας τα πλήθη να σκέπτονται ακατάπαυστα, και μάλιστα τις περισσότερες φορές με προσωπική αγωνία, αριθμούς, ποσοστά και οικονομικές σχέσεις. Οι πολιτικοί παραδίδουν τα δημόσια πράγματα σε απανθρωποιημένους τεχνοκράτες, οι κοινωνίες υποχωρούν σε αθροίσματα προσώπων πρόθυμων να καννιβαλίσουν ακόμα και τους περισσότερο οικείους τους, το ενδιαφέρον για τους ανθρώπους υποχωρεί σε όλα τα επίπεδα και αντ’ αυτού προελαύνει ο πιο έξαλλος οικονομισμός που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα. Από κοντά στο κυνήγι του Ανθρώπου βεβαίως και οι (πάσης ετικέττας) θεοκράτες, που όπως είπαμε παραπάνω, μάλλον προωθούνται από τους «δεσπότες» των «αγορών» για συνδεσποτεία, αφού αποδεδειγμένα μπορούν να εγγυηθούν την ταχεία αποκοίμιση της όποιας τάσης για αγανάκτηση.

Οι κρατούντες άφατοι και ανώνυμοι φεουδάρχες των «αγορών» χρησιμοποιούν επίσης τα μέσα διείσδυσης στις συνειδήσεις των πληθών (ηλεκτρονικά και έντυπα ΜΜΕ) για να πείσουν τους πάντες ότι η ανωμαλία που εκπροσωπούν είναι τάχα κάτι το αναπόφευκτο, ενώ ταυτόχρονα οι πολιτικοί υπηρέτες τους κάνουν το παν για να επιβεβαιώσουν του ισχυρισμού το υποτιθέμενο αληθές ώστε να παγώνουν ακόμα περισσότερο οι υπό διαχείριση μάζες.

Ξεκινήσαμε το κείμενο αυτό με την αποσαφήνιση ότι αντίθετα από όσα θέλει να επιβάλει ο θρησκευτικός μονοθεϊσμός και όλες οι πολιτισμικές και πολιτικές του εκπορεύσεις, η Ιστορία δεν έχει ούτε «λογική», ούτε «κατεύθυνση», άρα δεν υπάρχουν αναπόφευκτα ή μη μαχητά πράγματα. Που πάει να πει ότι οφείλουμε από τώρα, σήμερα, ετούτη την ώρα και στιγμή, ν’ αρχίσουμε τις προετοιμασίες μας για αγώνα ενάντια στον τερατώδη κόσμο που έχουν αρχίσει να επιβάλλουν. Έναν κανονικό αγώνα, αφού θα έχει προηγουμένως προσδιοριστεί με τη μέγιστη δυνατή σαφήνεια η ταυτότητα αλλά και η φύση του εχθρού, που δεν είναι άλλος από τον αρνητή του ανθρώπου.

Αρκετά η αγωνιζόμενη ανθρωπότητα πολέμησε επί τόσες και τόσες δεκαετίες ενάντια σε ανεμόμυλους, σπαταλώντας άσκοπα ενέργεια αλλά και αίμα για χάρη της α ή β «ευγενέστερης» εκδοχής του κτηνώδους οικονομισμού. Αυτή την φορά θα πολεμήσουμε με βάση τον άνθρωπο για τον άνθρωπο. Θα πολεμήσουμε για την επαναφορά της κοινότητας που έχει συνοχή, κυριαρχικό δικαίωμα και αυτάρκεια, για επαν-ανθρωπισμό και απο-οικονομοποίηση της ζωής, για τον αυτοσεβασμό μας και την τιμή προς την Φύση και τις αιώνιες αξίες, για την ισοτιμία και την αυτοθέσμιση, για το δικαίωμα του αυτοκαθορισμού, για την αξιοπρέπεια και την ελευθερία. Θα πολεμήσουμε με βάση τον Ανθρωπισμό για τον Ανθρωπισμό. Προς καμμία άλλη κατεύθυνση και με κανέναν άλλον γνώμονα.

Βλάσης Γ. Ρασσιάς
Αθήνα, Νοέμβριος «2011»

Σάββατο 7 Μαΐου 2011

Δημήτρης Μπαλής: Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΟΥ 1822


«Το έθνος μας επήρε τα όπλα κατά των τυράννων του. Τετρακόσιους χρόνους είμεθα σκλάβοι των Οθωμανών και τώρα εγίναμεν ελεύθεροι, δώσαντες το αίμα μας δια την ελευθερίαν της πατρίδος. Εις όλα τα μέρη οι Γραικοί πολεμούν δια την ελευθερίαν των και μόνον εις τα νησιά οι κοτζαμπάσηδες δεν είδαν με καλό μάτι την ανάστασιν του έθνους. Αυτοί είχαν πάντα νιτερέσα με τους Οθωμανούς. Μαζί με τους μπέηδες και τους πασάδες μας καταπίεζαν, μας έπαιρναν το βιος μας, μας καταφρονούσαν, μας έγδυναν, μας ρουφούσαν το αίμα μας, μας τσερεμέτιζαν και επλούτιζαν από τον ιδρώτα μας. Αυτοί οι σκλιάδες θέλουν να μας σκλαβώσουν και πάλιν, καταλύοντες την ελληνικήν διοίκησιν και καλούντες τον Καπουδάν Πασάν να καταλάβει την νήσον μας. Το τι μας περιμένει αν έλθουν οι Τούρκοι το καταλαβαίνετε. Όχι μόνον θα χάσωμεν την ελευθερίαν μας και θ’ ατιμασθώμεν εις τα όμματα όλων των Ελλήνων και Ευρωπαίων, αλλά και θα γίνωμε τρεις φορές σκλάβοι από την πριν κατάστασίν μας. Αυτό όμως δεν πρέπει να γίνει. Έχομεν την δύναμιν να εμποδίσωμεν το κακόν, αλλά πρώτα πρέπει να βάλωμεν νέαν τάξιν και να ιδρύσωμεν νέον σύστημα εις τον τόπον μας. Η νήσος Άνδρος είναι και αυτή δημιούργημα της φύσεως, καθώς και όλος ο κόσμος. Αλλά όταν εδημιουργήθη ο κόσμος, δεν υπήρχαν πλούσιοι και πτωχοί, μεγαλοκτήμονες και κολλίγοι. Η ανισότης, η ανέχεια, η δυστυχία, είναι δημιουργήματα όχι του Υπερτάτου Όντος, αλλά των κρατούντων. Εις την αρχαίαν Ελλάδα και εις τον άλλον κόσμον και προ ολίγων χρόνων εις την Γαλλίαν, εχύθη πολύ αίμα δια να καταργηθούν τα προνόμια των αρχόντων και η ιεραρχική διατήρησις της κοινωνίας. Διατί και ημείς κατά την παρούσαν στιγμήν να μην αποτινάξωμεν όχι μόνον τον ζυγόν των Τούρκων, αλλά και των αρχόντων;

Ομιλούν διαρκώς οι τουρκοκοτζαμπάσηδες ότι έχουν δικαιώματα επί της ιδιοκτησίας των και των εαυτών μας, τα οποία τάχα βγαίνουν από έγγραφα απαρασάλευτα. Αυτό δεν είναι σωστόν. Οι προπάτορες των αρχόντων μας ήλθον εις το νησί μας από άλλα μέρη ως κατακτηταί και με τη βίαν εξουσίασαν το καλύτερον μέρος της γης, χωρίς να έχουν προς τούτο κανένα δικαίωμα περισσότερον από τους άλλους, εκτός από το δικαίωμα του ισχυροτέρου. Και άλλους μεν από τους εντοπίους ιδιοκτήτας και καλλιεργητάς εξόντωσαν και άλλους έκαμαν σκλάβους των. Οι σημερινοί λοιπόν άρχοντες, απόγονοι των κατακτητών και σφετεριστών της γης των πατέρων μας, κανέν δικαίωμα δεν έχουν να κρατούν αυτήν δια την ιδικήν των ωφέλειαν και κατατυράννευσιν και λήστευσιν ημών. Ο καιρός της ελευθερίας μας ήλθεν, ας αποτινάξωμεν λοιπόν τον ζυγόν και ας καταργήσωμεν τα προνόμια των αρχόντων μας. Όλοι οι Γραικοί θα επικροτήσουν την πράξιν μας και θα μας συντρέξουν εις την απόφασίν μας αυτήν. Ήλθεν η ώρα να καταργήσωμεν την αθλιότητα, να απαλλάξωμεν την κατάντια μας και να δώσωμεν το παράδειγμα και εις τους λοιπούς νησιώτας και τους άλλους Γραικούς οπού στενάζουν από την αγροτικήν σκλαβιάν. Η γη ανήκει εις ημάς τους δουλευτάς της και όχι εις τους ολίγους τουρκάρχοντας που την νέμονται με το δικαίωμα του ισχυροτέρου το οποίον απέκτησαν από τους Φράγκους και τους Οθωμανούς κατακτητάς.

Ο εθνικός αγών μας δια να πάρει ουσιαστικήν σημασίαν πρέπει να ολοκληρωθεί με την κατάργησιν κάθε προνομίου και κάθε δικαιώματος τα οποία υποβιβάζουν την πλειονότητα των γεωργών εις την κατάστασιν του δούλου. Η ένωσις φέρει την δύναμιν και θα μας δώσει την εξουσίαν να εκτελέσωμεν την απόφασίν μας. Η κοινοκτημοσύνη δεν είναι ζορμπαλίκι, αλλά έργον δικαιοσύνης. Πρέπει να παύσωμεν να είμεθα κολλιγάδες, όπως επαύσαμεν να είμεθα ραγιάδες. Θα δουλεύωμεν εις το εξής τα φέουδα όλοι μαζί και θα απολαμβάνει τον καρπόν των η κομμούνα μας και θα γίνεται δικαία μοιρασιά της σοδειάς εις όλους τους δουλευτάδες, ανάλογα με τον κόπον και την δούλευσίν τους. Δι’ όλα αυτά θα γίνει σύναξις εις την Μεσαριάν, δια να λάβωμεν από κοινού αποφάσεις. Το φέρσιμό μας αυτό θα μας κάνει πρωτολάτας εις τον δίκαιον αγώνα όλων των κολλίγων και θα γίνει άκουσμα εις όλα τα μέρη της πατρίδος και εις όλον τον κόσμον και παντού θα μας επαινέσουν και θα μας δώσουν δίκαιο».

Από βιογραφία του επαναστάτη της Άνδρου Δημήτρη Μπαλή.

The Fugs: ΣΚΟΤΩΣΤΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ!



"Kill for Peace!" ("Σκοτώστε για την ειρήνη!") το κλασικό αντιπολεμικό τραγούδι των "The Fugs", επίκαιρο και στις ημέρες μας που οι "ανθρωπιστές" σκοτώνουν λαούς για... "ανθρωπιστικούς λόγους", αλλά και για να προστατέψουν τους λαούς από τον... εαυτό τους! Στο βίντεο, απόσπασμα από την ταινία "Το Κοτόπουλο Δυναμίτης", τον στρατιώτη υποδύεται το μέλος του συγκροτήματος και ποιητής Τούλι Κούπφερμπεργκ.

Παρασκευή 29 Απριλίου 2011

Nτεμπόρ: Η ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΩΝ ΑΣΦΑΛΩΝ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΝ

Ο ρόλος της απάτης μεταξύ αυτών που παίζουν πόκερ είναι πρακτικά μηδαμινός Ένας καλός παίκτης θα τη διαισθανθεί μουσικά, στην πρώτη παραφωνία και θα είναι σίγουρος στη δεύτερη. Παραδείγματος χάριν, για εμένα ήταν ήδη μια παραφωνία το να μην κερδίζω γρήγορα.

Παρομοίως και αντιστρόφως στη ζωή, όποτε "νικούσα γρήγορα" σε οτιδήποτε, μόνο και μόνο γι' αυτόν τον λόγο, καταλάβαινα αμέσως ότι επρόκειτο για ένα επικίνδυνο προειδοποιητικό σήμα, και κρατούσα πάντα με ευκολία τις αποστάσεις μου.

Η απάτη δεν μπορεί να αποδειχθεί. Επομένως, δεν χρειάζεται να γίνεται λόγος γι' αυτήν. Αρκεί να απομακρύνεσαι συστηματικά, θέλω να πώ από αυτό το προκαθορισμένο περιβάλλον, αντίστοιχο εκείνου που ο Sun Zu ονόμασε στον πόλεμο κατεστραμμένες ή διαλυμένες θέσεις ("Αν βρίσκεσαι σε κατεστραμμένες ή διαλυμένες θέσεις, μην προωθείσαι, γύρισε πίσω, βάλ' το στα πόδια όσο το δυνατόν γρηγορότερα.")

Guy E. Debord, "Σημειώσεις πάνω στο πόκερ" (1990)

Δευτέρα 7 Φεβρουαρίου 2011

Ρίτσι Χαίηβενς: ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ! (FREEDOM!)



O Richie Havens στο φεστιβάλ του Woodstock (1969)

Χέρμπερτ Μαρκούζε: ΕΚΛΕΠΤΥΣΜΕΝΗ ΚΑΙ ΩΜΗ ΣΚΛΑΒΙΑ



Oι περισσότεροι άνθρωποι δεν μπορούν πια ούτε να φανταστούν, με τή στενή έννοια, έναν κόσμο με ποιοτικά διαφορετικό λόγο και πράξη, μια και η κοινωνία καταπνίγει κάθε προσπάθεια αντίθεσης και καθορίζει τή φαντασία. Όσοι βρίσκονται στις ζώνες πείνας τής κοινωνίας τής αφθονίας γίνονται αντικείμενα τόσο κτηνώδικης μεταχείρισης που αναβιώνει τά μεσαιωνικά βασανιστήρια και μερικά άλλα πιο πρόσφατα. Όσο για τούς άλλους, λιγότερο απόκληρους, η κοινωνία απαντά στην ανάγκη τους για ελευθερία ικανοποιώντας ανάγκες που κάνουν υποφερτή κι ίσως ανυποψίαστη τή σκλαβιά.

H μηχανοποιημένη εργασία, που στο μεγαλύτερο μέρος της αποτελείται από αυτόματες και μισοαυτόματες αντιδράσεις, είναι πάντα μια απασχόληση που σκεπάζει ολόκληρη τή ζωή, είναι πάντα μια εξαντλητική, αποκτηνωτική, απάνθρωπη σκλαβιά. Aυτή η μορφή υποδούλωσης «ανώτερης ποιότητας» δεν διαφέρει ουσιαστικά απ’ αυτή που ασκείται πάνω στη δακτυλογράφο, πάνω στον τραπεζικό υπάλληλο, πάνω στον πωλητή και στην πωλήτρια που συνέχεια είναι στο πόδι, πάνω στον εκφωνητή τής τηλεόρασης. Η ισοπέδωση, η ρουτίνα, εξομοιώνουν τίς παραγωγικές με τίς μη παραγωγικές εργασίες. Ο προλετάριος τών περασμένων εποχών τού καπιταλισμού ήταν πραγματικά τό ζώο που κάλυπτε με τή δουλειά τού κορμιού του τίς ανάγκες και τίς πολυτέλειες τής ζωής, ενώ αυτός ζούσε μέσ’ στην ταπεινοσύνη και τή φτώχεια. Ήταν έτσι μια «ζωντανή» άρνηση τής κοινωνίας του. Αντίθετα, ο εργάτης τών προχωρημένων τμημάτων τής τεχνολογικής κοινωνίας, αισθάνεται πολύ λιγότερο τήν ανάγκη αυτής τής άρνησης. Όπως κι όλα τά άλλα ανθρώπινα αντικείμενα τού κοινωνικού καταμερισμού τής εργασίας, βρίσκεται σε μια πορεία ενσωμάτωσης στην τεχνολογική κοινωνία. Στους τομείς με μεγαλύτερο βαθμό αυτοματισμού, ένα είδος τεχνολογικής κοινότητας συνενώνει τά άτομα στη δουλειά τους. Η μηχανή μοιάζει να επιβάλλει στους χειριστές της έναν υπνωτικό ρυθμό.

H μηχανική διαδικασία μέσα στον τεχνολογικό κόσμο καταστρέφει ό,τι μυστικό και κρυφό έχει η ελευθερία, συνενώνει δουλειά και σεξουαλικότητα σ’ έναν αυτόματο και ασυνείδητο ρυθμικό αυτοματισμό. Oι δούλοι τού βιομηχανικού πολιτισμού μπορεί να είναι εκλεπτυσμένοι δούλοι, αλλά είναι δούλοι, γιατί η δουλεία δεν ορίζεται «από τήν υποταγή, ούτε από τή σκληρή δουλειά, αλλά απ’ τή μεταβολή τού ανθρώπου σε εργαλείο κι από τή μετατροπή του σε πράγμα» (Φρανσουά Περρού, 1958). Η καθαρή μορφή σκλαβιάς είναι να υπάρχει σαν εργαλείο, σαν πράγμα. Ακόμη κι αν τό πράγμα είναι έμψυχο, αν διαλέγει μόνο του τήν υλική και πνευματική του τροφή, ακόμη κι αν δεν καταλαβαίνει ότι είναι ένα πράγμα, ακόμη κι αν είναι όμορφο, καθαρό, ζωηρό, δεν παύει να είναι υποδουλωμένο.

(Από το συνέδριο "Διαλεκτικές της Απελευθέρωσης" - "Dialectics of Liberation", Λονδίνο 1967)