Λύσανδρος Σπούνερ (Lysander Spooner, 19 Ιανουαρίου 1808 – 14 Μαϊου 1887). Αμερικανός ιντιβιντουαλιστής αναρχικός, πολιτικός φιλόσοφος, αγωνιστής για την κατάργηση της δουλείας και ριζοσπάστης συνταγματολόγος.
Γεννήθηκε από αγροτική οικογένεια του Athol της Μασαχουσέτης, σπούδασε νομικά δίπλα στους νομικούς και πολιτικούς John Davis και Charles Allen και άσκησε για λίγο το επάγγελμα του δικηγόρου, δίχως να τηρήσει την οριζόμενη από την συγκεκριμένη πολιτεία 3ετή χρονική διάρκεια για την πρακτική άσκηση των υποψήφιων δικηγόρων, την οποία κατήγγειλε ως άδικη προς τους φτωχούς.
Μετά από μέτρια επαγγελματική επιτυχία, λόγω του ότι πολλοί πελάτες απέφευγαν να του αναθέσουν υποθέσεις εξαιτίας των ριζοσπαστικών ιδεών του, που τις εξέφραζε πλέον με τολμηρή πυκνή αρθρογραφία και έκδοση μπροσουρών (λ.χ. «Απάντηση ενός Ντεϊστή στις υποτιθέμενες υπερφυσικές αποδείξεις του Χριστιανισμού», «A Deist's Reply to the Alleged Supernatural Evidences of Christianity», 1936), επέστρεψε το 1840 στο αγρόκτημα του πατέρα του.
Το 1844 άρχισε καμπάνια ενάντια στο κρατικό μονοπώλιο του πανάκριβου εκείνη την εποχή αμερικανικού ταχυδρομείου, εξέδωσε την μπροσούρα «Η αντισυνταγματικότητα των νόμων του Κογκρέσου που απαγορεύουν τα ιδιωτικά ταχυδρομεία» («The Unconstitutionality of the Laws of Congress Prohibiting Private Mails») και ίδρυσε δική του ταχυδρομική υπηρεσία, η οποία όμως κτυπήθηκε συστηματικά από το κατεστημένο και οδηγήθηκε σε οικονομικό αδιέξοδο.
Το 1846 εξέδωσε το βιβλίο του «Η αντισυνταγματικότητα της Δουλείας» («The Unconstitutionality of Slavery») με το οποίο κατέρριπτε τις ερμηνείες των οπαδών της δουλοκτησίας ότι συγκεκριμένες διατάξεις επέτρεπαν ουσιαστικά την κατοχή σκλάβων. Τα επιχειρήματα του Σπούνερ, ο οποίος επικεντρώθηκε στον αγώνα για την κατάργηση της δουλείας έως και το 1861, προσφέροντας μάλιστα δωρεάν τις νομικές του υπηρεσίες σε φυγάδες σκλάβους, υιοθετήθηκαν σχεδόν αμέσως από τον Gerrit Smith και το «Κόμμα της Ελευθερίας» («Liberty Party»), το οποίο τα υιοθέτησε στις επίσημες πολιτικές του θέσεις του 1848.
Tο 1858 ο Σπούνερ εξέδωσε του «Σχέδιο για την Κατάργηση της Δουλείας» («Plan for the Abolition of Slavery»), στο οποίο καλούσε ανοικτά σε ένοπλο ανταρτοπόλεμο κατά των δουλοκτητών του Νότου από μαύρους σκλάβους και μη δουλοκτήτες ελεύθερους λευκούς με την βοήθεια των «καταργητών» του Βορρά, όμως κατά την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου κατήγγειλε ως υποκριτικό το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, τονίζοντας ότι πολεμούσε τον Νότο όχι για να καταργήσει την δουλεία, αλλά για να ενοποιήσει με την βία όλες τις πολιτείες για καθαρά οικονομικά οφέλη.
Αντιδρώντας στον πόλεμο, ο Σπούνερ εξέδωσε το πιο φημισμένο κείμενό του, το «Όχι προδοσία» («No Treason»), στο οποίο κατήγγειλε τις πολλαπλές παραβιάσεις του Συντάγματος από τους υποτιθέμενους θιασώτες του σε σημείο που να το καθιστούν τίποτε περισσότερο από μία ακυρωμένη σύμβαση, κατέθεσε μάλιστα και την άποψη ότι αυτή η σύμβαση δεν μπορεί να είναι δεσμευτική για πρόσωπα που δεν την έχουν αυτοπροσώπως υπογράψει.
Τα χρόνια που ακολούθησαν, ο Σπούνερ συνεργάστηκε στενά με την αναρχική επιθεώρηση «Λίμπερτυ» («Liberty») του Μπέντζαμιν Τάκερ (Benjamin Tucker). Θρησκευτικά εκφραζόταν μέσω του Ντεϊσμού (συνέγραψε μάλιστα σε ηλικία μόλις 26 ετών το «Η Αθανασία του Ντεϊστή», «The Deist's Immortality») και κήρυσσε την θεωρία του «Φυσικού Νόμου» («Natural Law») ή της «Επιστήμης της Δικαιοσύνης» («Science of Justice»), σύμφωνα με την οποία αποτελεί έγκλημα η βλάβη ενάντια σε ανθρώπους ή ενάντια στην περιουσία τους, αλλά όχι οι υπόλοιπες υποτίθεται «παράνομες» πράξεις που παραβιάζουν τις διάφορες ανθρώπινες νομοθεσίες.
Πέθανε σε ηλικία 79 ετών το μεσημέρι του Σαββάτου της 14ης Μαϊου 1887 στο γεμάτο από βιβλία, μπροσούρες και χειρόγραφα δωμάτιό του στην Myrtle Street αριθμός 109. Κηδεύτηκε με φροντίδα του Τάκερ, ο οποίος επίσης του αφιέρωσε στο τεύχος της 28ης Μαϊου του «Λίμπερτυ» ένα συγκινητικό αποχαιρετιστήριο κείμενο, το «Χάσαμε τον Νέστορά μας» («Our Nestor Taken From Us»).
Γεννήθηκε από αγροτική οικογένεια του Athol της Μασαχουσέτης, σπούδασε νομικά δίπλα στους νομικούς και πολιτικούς John Davis και Charles Allen και άσκησε για λίγο το επάγγελμα του δικηγόρου, δίχως να τηρήσει την οριζόμενη από την συγκεκριμένη πολιτεία 3ετή χρονική διάρκεια για την πρακτική άσκηση των υποψήφιων δικηγόρων, την οποία κατήγγειλε ως άδικη προς τους φτωχούς.
Μετά από μέτρια επαγγελματική επιτυχία, λόγω του ότι πολλοί πελάτες απέφευγαν να του αναθέσουν υποθέσεις εξαιτίας των ριζοσπαστικών ιδεών του, που τις εξέφραζε πλέον με τολμηρή πυκνή αρθρογραφία και έκδοση μπροσουρών (λ.χ. «Απάντηση ενός Ντεϊστή στις υποτιθέμενες υπερφυσικές αποδείξεις του Χριστιανισμού», «A Deist's Reply to the Alleged Supernatural Evidences of Christianity», 1936), επέστρεψε το 1840 στο αγρόκτημα του πατέρα του.
Το 1844 άρχισε καμπάνια ενάντια στο κρατικό μονοπώλιο του πανάκριβου εκείνη την εποχή αμερικανικού ταχυδρομείου, εξέδωσε την μπροσούρα «Η αντισυνταγματικότητα των νόμων του Κογκρέσου που απαγορεύουν τα ιδιωτικά ταχυδρομεία» («The Unconstitutionality of the Laws of Congress Prohibiting Private Mails») και ίδρυσε δική του ταχυδρομική υπηρεσία, η οποία όμως κτυπήθηκε συστηματικά από το κατεστημένο και οδηγήθηκε σε οικονομικό αδιέξοδο.
Το 1846 εξέδωσε το βιβλίο του «Η αντισυνταγματικότητα της Δουλείας» («The Unconstitutionality of Slavery») με το οποίο κατέρριπτε τις ερμηνείες των οπαδών της δουλοκτησίας ότι συγκεκριμένες διατάξεις επέτρεπαν ουσιαστικά την κατοχή σκλάβων. Τα επιχειρήματα του Σπούνερ, ο οποίος επικεντρώθηκε στον αγώνα για την κατάργηση της δουλείας έως και το 1861, προσφέροντας μάλιστα δωρεάν τις νομικές του υπηρεσίες σε φυγάδες σκλάβους, υιοθετήθηκαν σχεδόν αμέσως από τον Gerrit Smith και το «Κόμμα της Ελευθερίας» («Liberty Party»), το οποίο τα υιοθέτησε στις επίσημες πολιτικές του θέσεις του 1848.
Tο 1858 ο Σπούνερ εξέδωσε του «Σχέδιο για την Κατάργηση της Δουλείας» («Plan for the Abolition of Slavery»), στο οποίο καλούσε ανοικτά σε ένοπλο ανταρτοπόλεμο κατά των δουλοκτητών του Νότου από μαύρους σκλάβους και μη δουλοκτήτες ελεύθερους λευκούς με την βοήθεια των «καταργητών» του Βορρά, όμως κατά την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου κατήγγειλε ως υποκριτικό το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, τονίζοντας ότι πολεμούσε τον Νότο όχι για να καταργήσει την δουλεία, αλλά για να ενοποιήσει με την βία όλες τις πολιτείες για καθαρά οικονομικά οφέλη.
Αντιδρώντας στον πόλεμο, ο Σπούνερ εξέδωσε το πιο φημισμένο κείμενό του, το «Όχι προδοσία» («No Treason»), στο οποίο κατήγγειλε τις πολλαπλές παραβιάσεις του Συντάγματος από τους υποτιθέμενους θιασώτες του σε σημείο που να το καθιστούν τίποτε περισσότερο από μία ακυρωμένη σύμβαση, κατέθεσε μάλιστα και την άποψη ότι αυτή η σύμβαση δεν μπορεί να είναι δεσμευτική για πρόσωπα που δεν την έχουν αυτοπροσώπως υπογράψει.
Τα χρόνια που ακολούθησαν, ο Σπούνερ συνεργάστηκε στενά με την αναρχική επιθεώρηση «Λίμπερτυ» («Liberty») του Μπέντζαμιν Τάκερ (Benjamin Tucker). Θρησκευτικά εκφραζόταν μέσω του Ντεϊσμού (συνέγραψε μάλιστα σε ηλικία μόλις 26 ετών το «Η Αθανασία του Ντεϊστή», «The Deist's Immortality») και κήρυσσε την θεωρία του «Φυσικού Νόμου» («Natural Law») ή της «Επιστήμης της Δικαιοσύνης» («Science of Justice»), σύμφωνα με την οποία αποτελεί έγκλημα η βλάβη ενάντια σε ανθρώπους ή ενάντια στην περιουσία τους, αλλά όχι οι υπόλοιπες υποτίθεται «παράνομες» πράξεις που παραβιάζουν τις διάφορες ανθρώπινες νομοθεσίες.
Πέθανε σε ηλικία 79 ετών το μεσημέρι του Σαββάτου της 14ης Μαϊου 1887 στο γεμάτο από βιβλία, μπροσούρες και χειρόγραφα δωμάτιό του στην Myrtle Street αριθμός 109. Κηδεύτηκε με φροντίδα του Τάκερ, ο οποίος επίσης του αφιέρωσε στο τεύχος της 28ης Μαϊου του «Λίμπερτυ» ένα συγκινητικό αποχαιρετιστήριο κείμενο, το «Χάσαμε τον Νέστορά μας» («Our Nestor Taken From Us»).
............... Σχετική Βιβλιογραφία ...........................Πηγή: Ελεύθερη Εγκυκλοπαίδεια «Γνώσις» http://www.gnwsis.gr/
Lysander Spooner, «Lysander Spooner Reader», εκδόσεις «Fox & Wilkes», San Francisco, 1992
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου